ημικρατικός

ημικρατικός
-ή, -ό
που δεν είναι τελείως κρατικός, αυτός που το κράτος έχει πάνω του μερική δικαιοδοσία: Η Δ.Ε.Η. είναι ημικρατικός οργανισμός.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Κοτοπούλη, Μαρίκα — (Αθήνα 1887 – 1954). Ηθοποιός του θεάτρου. Ήταν κόρη του ηθοποιού και θιασάρχη Δημήτριου Κοτοπούλη και της ηθοποιού Ελένης Συλιβάκου Κοτοπούλη (1851 1926). Μεγάλωσε κυριολεκτικά μέσα στο θέατρο, ακολουθώντας τον περιοδεύοντα θίασο του πατέρα της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”